Καλώς ήρθατε

Τελικά τι Πανεπιστήμιο θέλουμε;
Ο νόμος 4009/2011 γέννησε ελπίδες όχι μόνο στην πανεπιστημιακή κοινότητα, αλλά σε όλους τους Έλληνες πολίτες. Δεκαετίες διαφθοράς και συναλλαγής μεταξύ καθηγητικών φέουδων και συνδικαλιστών φοιτητοπατέρων φαίνονταν να μας αφήνουν ανεπιστρεπτί. Παρά τα προβλήματά του, έθετε τις βάσεις για λογοδοσία και διαφάνεια, χάραξη στρατηγικής για την ανώτατη παιδεία μέσω μιας ισχυρής ΑΔΙΠ, αλλά και μέσω ενός δημοκρατικά εκλεγμένου Συμβουλίου, με εξωτερικά μέλη να βοηθούν στη χάραξη της στρατηγικής. Με άνοιγμα πρός την παγκόσμια επιστημονική κοινότητα, με στόχευση στην αριστεία, την καινοτομία και τη μεταφορά γνώσης στην κοινωνία και την οικονομία. Μερικά μόνο από τα χαρακτηριστικά που σιγά-σιγά περιμέναμε να γίνουν μόνιμα στο ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο. Σε περιβάλλον βαθύτατης κρίσης, ο πόθος όλων μας ήταν να γίνει επιτέλους το δημόσιο πανεπιστήμιο πόλος ανόρθωσης για τη χώρα. Σήμερα η κρίση βαθαίνει και οι ελπίδες μας για το Πανεπιστήμιο βαίνουν προς διάψευση. Το προτεινόμενο νομοσχέδιο οπισθοχωρεί προς παλαιότερες εποχές που θα έπρεπε να ξεχάσουμε.
Τελικά τι Πανεπιστήμιο θέλουμε; Η πύλη αυτή φιλοδοξεί να γίνει τόπος φιλοξενίας και διαλόγου όλων εκείνων που ακόμη οραματίζονται, ακόμη ελπίζουν σε ένα διαφανές, λογοδοτούν, αριστεύον αλλά και αναστοχαζόμενο ελληνικό δημόσιο πανεπιστήμιο.

Κυριακή 10 Μαΐου 2015

Η ασάφεια ως ευκαιρία: η περίπτωση της πρακτικής άσκησης (της Ειρήνης Αγαπηδάκη)



Μπορείτε να φανταστείτε έναν νεοδιόριστο Καθηγητή Μέσης Εκπαίδευσης, ο οποίος μπαίνει στην τάξη για να διδάξει Αρχαία Ελληνικά, έχοντας απλώς την εμπειρία μιας εβδομάδας πρακτικής άσκησης πριν τη λήψη του πτυχίου;

Μπορείτε να φανταστείτε έναν ψυχολόγο (που βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας, μπορεί να «ανοίξει γραφείο» την επομένη της απονομής του πτυχίου του) που έχει απέναντί του έναν ασθενή και μόλις 160 ώρες πρακτικής εμπειρίας;

Τα παραδείγματα είναι άπειρα. Τα ΑΕΙ και τα ΤΕΙ διατηρούν βάσει του νόμου το δικαίωμα να διαμορφώνουν την πρακτική άσκηση των προπτυχιακών φοιτητών, ανάλογα με τις ανάγκες , τις δυνατότητες και τις προτεραιότητες κάθε τμήματος. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να υπάρχει μεγάλη ετερογένεια και ως προς τη φύση, τη διαδικασία, αλλά και την ποιότητα της πρακτικής άσκησης.

Οι περισσότεροι φοιτητές, παίρνουν απλά μια γενική εικόνα, η οποία απέχει πολύ, από το να θεωρηθεί επαρκής κατάρτιση για την άσκηση επαγγέλματος.

Μάλιστα, οι περισσότεροι από τους φοιτητές, δεν έχουν καν αντικρύσει τον χώρο στον οποίο θα κληθούν αργότερα να εργαστούν. Το μόνο που γνωρίζουν είναι τα αμφιθέατρα του πανεπιστημίου, ενώ οι πιο τυχεροί (συνήθως των ΑΤΕΙ) και τα εργαστήρια.

Σε πολλά τμήματα, τα μέλη ΔΕΠ, αναλαμβάνουν την πρωτοβουλία να οργανώσουν την «πρακτική άσκηση», ώστε να βοηθήσουν τους φοιτητές να εξοικειωθούν περισσότερο και να αποκτήσουν εφόδια για την άσκηση του επαγγέλματος στην πραγματική ζωή. Σε άλλα τμήματα, όχι. Το ζήτημα, επαφίεται εν πολλοίς, στην τύχη, με αποτέλεσμα σε κάποια τμήματα η πρακτική άσκηση είναι υποχρεωτική, σε άλλα προαιρετική, ενώ  σε ορισμένα να μην υπάρχει καθόλου. Το ίδιο περίπου ισχύει και για την πτυχιακή εργασία.

Με βάση τα παραπάνω, θα λέγαμε ότι το πλαίσιο παρέχει τόση ασάφεια, όση χρειάζεται για να μπορέσουν τα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της χώρας, να διαμορφώσουν το πλαίσιο της πρακτικής άσκησης. Μια ευκαιρία, που πάει χαμένη. Μία ακόμη.

Η πρακτική εργασία δε θα έπρεπε ωστόσο να αφορά μόνο τους τελειόφοιτους. Ευκαιρίες για πρακτική εξάσκηση, θα έπρεπε να παρέχονται καθ’ όλη τη διάρκεια των σπουδών. Μόνο που εδώ, τα πράγματα περιπλέκονται. Ας υποθέσουμε ότι ο Χ καθηγητής διεξάγει μιαν έρευνα, η οποία σχετίζεται με το μάθημα που διδάσκει το τρέχον εξάμηνο και θέλει να συμπεριλάβει προπτυχιακούς φοιτητές για να τους «μυήσει» στην ερευνητική διαδικασία. 
Στην περίπτωση αυτή, ο Χ καθηγητής θα διωχθεί, διότι αυτού του τύπου η πρακτική άσκηση, θεωρείται «απλήρωτη εργασία».

Μερικά χρόνια αργότερα, όταν ο ίδιος φοιτητής θα φοιτήσει σε μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών (Α ή/και Β κύκλου) θα χρειαστεί όντως, σε πολλές περιπτώσεις να κάνει «απλήρωτη εργασία», η οποία θα λογίζεται ανεπίσημα, ως «πρακτική άσκηση», μιας και δεν θα αντιστοιχεί σε πιστωτικές μονάδες. Το μόνο που θα λάβει για τον χρόνο που αφιέρωσε είναι μια βεβαίωση, η οποία σε πολλές περιπτώσεις δεν αναγράφει ούτε τον αριθμό των ωρών που αντιστοιχούν στην εργασία που έκανε.

Η αντίφαση έχει και χιουμοριστικά στοιχεία, αλλά το αποτέλεσμα είναι το ίδιο: είμαστε αναγκασμένοι να μαθαίνουμε στην πράξη, πολύ μετά την απόκτηση του πτυχίου, στου «κασίδη το κεφάλι». Για να πιάσεις δουλειά, για να κάνεις αίτηση σε μεταπτυχιακό πρόγραμμα,  χρειάζεται επαγγελματική εμπειρία. Ωστόσο, το πανεπιστήμιο δεν παρέχει επίσημα, αυτή τη δυνατότητα, ή την παρέχει ελλιπώς. Έτσι, έχει καθιερωθεί, το εξής: οι απόφοιτοι αναζητούν ευκαιρίες πρακτικής άσκησης σε οργανισμούς και υπηρεσίες, η οποία στην πλειοψηφία των περιπτώσεων βαφτίζεται «εθελοντική» ενώ αποτελεί «απλήρωτη εργασία».

Δεν είναι η πρώτη ούτε και μόνη ατέλεια του συστήματος. Είναι όμως μια σημαντική παράμετρος για την ποιότητα των πτυχίων των αποφοίτων. Αν συνεχίσουμε να ζούμε σε μια δημοκρατική κοινωνία διατηρώντας υψηλές απαιτήσεις από την ανώτατη εκπαίδευση, θα πρέπει κάποτε να μας απασχολήσει η επαγγελματική κατάρτιση των αποφοίτων των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Δεν υποστηρίζω να μετατραπούν τα πανεπιστήμια σε «θερμοκήπιο προετοιμασίας μελλοντικών επαγγελματιών», αλλά να παρέχουν συστηματικά και επίσημα, ευκαιρίες στους φοιτητές τους να βελτιώσουν τις δεξιότητες που απαιτούνται για την άσκηση του επαγγέλματος. 

Σε αυτή τη συγκυρία που απειλείται ο σκοπός της ανώτατης εκπαίδευσης, η προσπάθεια αναβάθμισης της ποιότητας των σπουδών βάσει του περίφημου νόμου «Διαμαντοπούλου-Παπάζογλου», αποτελεί ένα σημαντικό επιχείρημα έναντι της συνολικής υποβάθμισης του ρόλου του πανεπιστημίου. 

Ειρήνη Αγαπηδάκη
Ψυχολόγος, MSc
Υποψήφια Διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής ΕΚΠΑ

1 σχόλιο:

  1. Ιδού τυπική περίπτωση που αφορά την σωστή οργάνωση των προγραμμάτων σπουδών.Δεν είναι λίγο άτυχο που ο καταστατικός νόμος δεν προβλέπει τίποτα εσωτερικό για την διαδικασία κατάρτισης προγραμμάτων σπουδών, αλλά επίκεντρώνεται μόνο στην εκ των υστέρων αξιολόγηση από την ΑΔΙΠ;

    ΑπάντησηΔιαγραφή